2ο Κεφαλαιο
'Τελευταια Σταγονα'
1950.
Ιζαμπελλα
Η ζωη ειναι σαν το σκακη αν παιξεις χανεις και η ζωη σου αλλαζει οριστηκα σε καθε πιονη που μετακηνεις πρεπει να προσεχεις τις κινησεις που κανεις ζωη σου ειναι σαν να εισαι το πιονη και να σε μετακηνουν απο κινηση σε κινηση.
Αφησα τον εαυτο μου για μια στιγμη να ελεθευρωθη κοιτοντας απο το παραθυρο τους ελαχηστους ανθρωπους να πηγαινουν στην αγορα.Το κρυο εξω απο το παραθυρο ηταν τσουχτερο αν και δεν αισθανομουνα πονο η καψημο ημουν σηγουρη μου θυμηζε τον ευατο μου που ημουν ανθρωπους και καθε βραδυ γυρηζα αργα απο το σπιτι της Αλις.Αλλα εκεινη την βαρδια δεν ηξερα τι παιχνηδη ειχε παιξει η μοιρα για εμενα οτι θα μου αφαιρεσει την ψυχη οτι θα μεινω παγωμενη στα δεκαοχτω μου χρονια σε ενα σωμα που δεν μεγαλωνει που δεν εχει ουτε μια ρυττιδα απο το περασμα των χρωνον.
Ειχα χασει τους ανθρωπους που αγαπουσα απο εκεινη την νυχτα που δεν ειχα ενφανηστει στο σπιτι της αδερφης μου ολοι αρχηζαν να με ψαχνουν παρολου που δεν θυμωμουνα καθαρα ηταν σαν να εβλεπα πισω απο εναν μανδυα που καλυπτε τα ματια μου θολονοντας τις αναμνησεις μου.Η Ροζαλι καθε βραδη εκλαιγε στο δωματιο μου δεν αντεχα να τι βλεπω σε αυτη την κατασταση αν και ημουν μολις λιγων ημερων βρικολακας δεν ημουν ικανη νν την πλησιασω το αιμα της που ερρε κατω απο το λευκο της δερμα με καλουσε αλλα ποτε δεν θα τολμουσα να κανω κακο στην ιδια μου την αδερφη.
Ειχα σκεινοθετηση τον ιδιο μου τον θανατο εβαψα με αιμα το φορεμα που φορουσα απο την τελευταια φορα που ειχε δει και το πεταξα σε ενα ποταμη εξω απο το Λονδινο οι ανθρωποι που βρηκαν το φορεμα το ειχαν παει στην Ροζαλι.Και μονο απο την εκφραση που ειχε σχηματησει το προσωπο της με εξοργηζε που επρεπε να την πληγωνω.Της ειχαν πει οτι ειχα πνηγει η οτι με ειχαν κανει ερωτα χωρις την θεληση μου και επειτα με επνηξαν το ποταμη.
Εσφιξα το βιβλιο μεσα στα χερια μου και αρχηζα να το σχηζω σε χιλια κομματια χωρις να υπολογηζω οτι αυτο ηταν το δωρο το δικος της.Ημουν τοσο δυνατη που σε λιγα δευτερολεπτα το ειχα κανει σε χιλια μικρα κομματια που τωρα επεφτα απο τα χερια μου και κατεληγαν στο πατωμα.
Στραφηκα προς το δωματιο εχοντας μεσα μου την οργη να με εξουσιαζη.Τα παντα γυρω μου θολα ηθελα τοσο να τον βρω και να τον κομματιασω που μου ειχε αλλαξει χωρις την θεληση μου.Με μια κινηση του χεριου μου εσυρα ενα βαζο και εσπασε στο πατωμα.Ακουσα το χαμηλο γρυλισμα μου να βγαινει απο το στηθος μου.Ηθελα τοσο πολυ να νιωσω για μια στιγμη την καρδια μου να χτυπαει τα δακρυα να κυλανε απο τα μαγουλα μου.
Αφησα το σωμα μου να καταληξη στο πατωμα κοιτωντας το αδειο δωματιο.Σε μισω.Μονο αυτο ηθελα να φωναξω αλλο ενα χαμηλο γρυλισμα ξυφυγε απο τα χειλη μου.Πηρα μια βαθια ανασα καθαρηζοντας το μυαλο μου απο καθε παλια αναμνηση αυτα ανηκαν στην προηγουμενη ζωη μου τωρα ημουν μια αλλη.Απλωσα το χερι μου προς το κρεβατη και πηρα την καπα μου την τυληξα γυρω μου και σηκωθηκα σε ενα κλασμα του δευτερολεπτου.Ανοιξα την πορτα και διεσκησα τον μικρο διαδρομο.Κατεβηκα τα διαλυμμενα σκαλια και πηγα προς την πισω πορτα.
Ξαφνηκα σταματησα και εμεινα παγωμενη οσρφησα τον αερα προσεχτηκα και μυρησα καθε αποτυπωμα μυρωδιας που ειχε χαραχθει στο εγκαταλειμενο σπιτι.Αυτη η μυρωδια μου ηταν γνωρημη.Μυρηζα μεντα η οχι.Και ομως ημουν σιγουρη οτι αυτη η μυρωδια ανηκε στην προηγουμενη ζωη μου.Η μυρωδια ηταν μονο λιγων ημερων.Μα πως μπορουσε να συνβει κατι τετοιο ολοι οι ανθρωποι που γνωρηζαν ειχαν πεθανει.Γυρισα για μια στιμγη μυρηζοντας την μυρωδια οπου οδηγουσε στο μικρο σαλονι.Ηταν χαραγμενη μπροστα απο το τζακη.
Αφησα την αναπνοη μου να βγει απο τα χειλη.Ηταν αδυνατο ολο αυτο μια ψευδαισθησει που δεν ηταν αληθινη.Εσφιξα τα χερια μου σε γροθιες και μεσα σε ενα δευτερολεπτο γυρησα ξανα προς τα πισω.
Δεν θα αφηνα το παρελθον μου να με καλει θα εμεινα αποκλεισμενη στην καινουργια ζωη μου σαν βρικολακας και τιποτα δεν θα το αλλαζε.
~*~*~*~*~*~*~*~*~*~
Ανεβασα το βλεμμα μου κατω απο την κουκουλα που καλυπτε το καταλευκο προσωπο μου προσεχοντας τον αντρα που με κοιτουσε γεματος περιεργια στο βλεμμα μου του αφησα ενα χαμογελο σχηματηστηκε στα χειλη μου και ο αντρας εμεινε να με κοιταει μαγεμενος απο το χαμογελο μου.Μια φωνη μεσα μου φωναζε να αλλαξω πορεια προς τις αποφασεις μου που εχω για τους ανθρωπηνο ειδος.
Εκανα στροφη προς σε ενα στενο και ακουσα πισω μου τα βηματα του αντρα να με ακολουθουν.Δεν ηξερα τι ειχα ακριβως το μυαλο μου αλλα μπορουσα να αισθανθω τα αισθηματα του,το πιο δυνατο αισθηματα του ηταν ποθος προς εμενα.Αυτο με διευκολυνε την θεση μου απεναντη του.Σταματησα προς το τελος του στενου και λιγα μετρα απο πισω μου ακουγα τον παλμο της καρδιας του να χτυπαει το αιμα να ρεει κατω απο την φλεβα του.Καυτο το αρωμα του αιματος του με καλουσε στον παραδεισσο που ποτε στα πενηντα χρονια μου δεν ειχα γευτη αιμα ανθρωπηνο.
Εχεις την ευκαιρια Ιζαμπελλα.
Η φωνη του τερατος μεσα μου μηλισε επειτα απο πολλα χρονια λαχταρουσα αυτο που τοσο καιρο ειχα στερηθει.Γυρισα προς τον αντρα αφηνοντας μερηκα λεπτα ζωης πριν του την αφαιρεσω.
<<Ποσο λενε αγαπητε μου;>>τον ρωτησα με την κουδουνιστη μου φωνη γεματο παθος.Μια σταγωνα ιδρωτα κυλησε απο το μετοπω του η ανασα του εβγαινε με κοπο απο τα χειλη του.Φοβος και δισταγμος ενιωθα απο το χαρισμα μου.
<<Με λενε Τζασπερ Χειλ>>σηκωσα το κεφαλη μου σιγα σιγα η κουκουλα επεσε πισω μου και ειδα μεσα απο το φως του φεγγαριου τον αντρα ονοματη Τζασπερ.Εκανα μερηκα βηματα προς το μερος του τον ειδα που εσφηξε το καπελο του μεσα στα χερια του.Απλωσα το χερι μου και με τα κρυα δαχτυλα μου χαιδεψα τα λεπτα χειλη του.
<<Δεν χρειαζεται να φοβασαι Τζασπερ>>περασα τα χειλη μου ξυστα πανω απο τα δικα του ψυθηριζοντας τον ταυτοχρονος ο λαιμος μου εκαιγε απο επυθυμια να σχησω το λαιμο του.
Εκλεισα τα ματια μου για μια στιγμη προσπαθωντας να συνγκρατησω το τερας που εχω μεσα μου.Εκανα ενα βημα πισω κοιταζοντας τον μεσα στα ματια που μαρτυρουσα την επυθυμια του για εμενα.Σηκωσα το χερι μου και χαιδεψα τον ομο του ενιωθα την τρεμουλο του κατω απο την παγωμενη παλαμη μου αρχηζα να στρηφογυριζω γυρω του μυριζοντας καθε σημειο αφηνοντας καθε κρυο αγγιγμα μου να τον ανατριχιασει και να ξυπνησει τον ποθο του για εμενα.
Εβλεπα το τερας να μου χαμογελαει γεματο ανυπομονισια για να ικανοποισει τη λαχταρα του.Σταματησα απο πισω του εβαλα τα χερια μου επανω στους ομους του πλησιασα τα χειλη αφηνοντας την ανασα μου να χαιδεψη το λοβο του αυτιο του.
<<Αληθεια Τζασπερ εχεις ποθησει ποτε σου κατι να το λαχταρας αλλα να μην το εχεις;>>τον ρωτησα αφηνοντας ενα σημαδη στην ερωτηση μου το ενιωθα ο φοβος ειχε απλωθει γυρω του γυρω απο το προσωπο του.Εσφηξε τα χερια του σε μπουνιες.
<<Ναι ειχα ποθησει μια γυναικα καποτε αλλα ποτε μου δεν μπορεσα να την εχω για δικη μου γιατ->>η ανασα του κοπηκε σταματωντας τον
<<Γιατι δεν σου ανηκε Τζασπερ>>ολοκληρωσα την προταση του.
<<Ναι>>η φωνη του με κοπο βγηκε απο τα χειλη του.Αφησα το ηχο του γελιου μου να ξεφυγει απο τα χειλη μου.Εσκυψα προς τον λαιμο του ακουσα το αιμα του να καλπαζει μεσα στην φλεβα του να ρεει καυτο μεσα σε αυτο το σωμα γεματο απο ζωη.
Ανοιξα τα χειλη μου και τα δοντια μου πλησιασαν σιγα σιγα προς την πηγη.Ο ηχος απο ενα αερακη που περασε απο διπλα μου με ξυπνησε απο τον ποθο μου για αιμα.Σηκωσα το βλεμμα μου και αφησα να κυλισει προς την κατευθυνση.Τοτε ειδα μια μικροσωμη κοπελα να γρυλυζει χαμηλα μεσα προς εμενα κοιταζωντας το θυμα μου που τον ειχα αιχμαλωτησει στα δεσμα μου.
Τα κοκκινα ματια της φλεγοντουσαν απο θυμο βλεποντας με να κραταω το θυμα μου μεσα στα χερια μου.
<<Αφησε τον>>ακουσα την χαμηλη απειλητικη φωνη της.
Ξεσφυξα τα δαχτυλα μου απο γυρω του και σηκωσα το κεφαλη μου για να την δω η οψη της μου ηταν γνωρημη απο το παρελθον μου.Αυτα τα μαλλια που εβγαιναν προς τα εξω η μικροσκοπικη φυγουρα της που εμιαζε σαν ξωτηκο ολα αυτα μου θυμηζαν την παλια μου φιλη.Αλις;
Ορθανοιξα τα ματια μου αποτομα γεματη εκπληκτη.
<<Αλις;>>την ρωτησα δισταχτικα.Η ψυχρη εκφραση της εσπασε σε μια στγμη κοιταζοντας η μια την αλλη προσπαθοντας να καταλαβουμε το πως βρεθηκαμε εμεις οι δυο σε αυτο το μερος στο κυνηγη μου.
<<Αλις;>>αφησα το θυμα μου.Ο Τζασπερ αφησε την ανασα του να φυγει απο μεσα του και μας κοιταξε και τις δυο.
<<Φυγε και μην μηλισεις σε κανεναν>>σε ενα κλασμα του δευτερολεπτου βρεθηκα μπροστα του και του αρπαξα απο τον λαιμο και τον πεταξα λιγα μετρα απο το μερος που ηταν επεσε επανω στο εδαφος ακουγοντας το σπασημο του χεριου του την ωρα της πρωσης του.
Εριξε μια ματια γεματη τρομο σε εμενα σηκωθηκε με κοπο απο το εδαφος και αρχησε και ετρεχε εξω απο το στενο.
Στραφηκα προς την Αλις που ηταν ετοιμη να μου ορμησει.
<<Μην τον ξανα αγγιξεις>>ουρλιαξε με την κουδουνηστη της φωνη και συρθηκε κατα πανω μου.Η ματια μου επιασε ολες της κηνισεις και μονο στην σκεψη που ειχα για να την αποφυγω βρισκομουνα ηδη επανψ στην σκεπη ενος σπιτιου.
Το σωμα της Αλις σταματησε αποτομα ψαχνοντας με σιγουρα θα ακολουθουσε την μυρωδια μου οπου ειχα αφησει πισω μου.Υψωσε το κεφαλη της και με κοιταξε με μετια γεμετα περιεργια.Ισιωσε το κορμι της σε μια στιγμη αδυναμιας.
Το βλεμμα της περιπλανιοτανε ξανα και ξανα σε καθε γωνια του προσωπου μου δεν θα με αναγνωρηζε αλλα η αναμνησεις της ηταν θαμμενες ακομα στο καινουργιο σωμα της.Κατι την εμποδηζε για μου ορμησει.Το μυαλο μου επεξεργαστηκε το σημειο του λαιμου της ειδα το σημαδη απο την δαγκωματια της ηταν ολο ιδιο με το δικο.Επιασα με τα δαχτυλα μου το σημειο του λαιμου μου αγγιξα το σημαδη θυμηζοντας στον ευατο μου την φωτια που με αλλαζε.
Η Αλις προσπαθουσε να βρει ποια ημουν αισθανομουνα την φοβια της γυρω της να την κατακλυε εμποδιζοντας της να μου επητηθει.Μια σκεψη περασε απο το μυαλο.Ποιος διαολος θα μπορουσε να της κοψη το νημα της ζωης της μετατρεποντα την σε βρικολακα;
Το σωμα μου μουδιασε σε αυτη την σκεψη.Κατεβηκα απο την σκεπη αθορυβα και την πλησιασα με αργα βηματα.
<<Ιζαμπελλα;>>τα χειλη της κινηθηκαν αργα το ονομα μου αντυχησε στα βαθυ της παγωμενης μου καρδιας αν ημουν ανθρωπος θα αφηνα τα δακρυα να κυλησουν αλλα τωρα το χαμηλο γρυλισμα μου βγηκε απο το στηθος μου.
<<Ιζαμπελλα>>το σωμα της κινηθηκε κατα πανω μου τα σφιχτα της χερια με εκλεισα σε μια αγκαλια.Ενιωσα για πρωτη φορα ενα πονο απο το σφιχτο της κρατημα.
<<Αλις>>ανταπεδωσα την αγκαλια της αλλα αν συνεχηζε εστι θα με εσπαγε στα δυο.
Την εσπρωξα προς τα πισω και επιασα το προσωπο της μεσα στα χερια μου δεν αισθανομουνα το κρυο οπου εχουν η βρικολακες αλλα αντηθετος ηταν ζεστη σαν να τρεχαμε για πολυ ωρα.Κοιταξα τα κοκκινα ματια της που προδιδαν εναν απεραντο πονο τι της ειχε συνβει κατα την εξαφανηση μου.
<<Νομηζα οτι ειχες πεθανει>>μου ψυθηρισε με σπασμενη φωνη.Κουνησα το κεφαλη μου αρντητικα χαμηλονοντας το.
<<Οχι Αλις δεν ειχα πεθανει εγω ιδια ειχα σχεδιασει το θανατο μου>>οσο προφερα τα λογια η εικονα εκεινην την ημερας που εσχιζα σε πολλα σημεια το φορεμα μου και διπλα μου να εχω το νεκρο ζωο που ειχε απομεινη το αιμα του και κυλουσε επανω μου το ειχα πασαλειψη επανω στο φορεμα μου και τοτε τον ειχα δει που με παρακολουθουσε απο ενα δεντρο αμηλιτος.
Ειχα σηκωθει σιγα σιγα και χωρις να κοιταω το φορεμα μου το ειχα πεταξει το ποταμη.Το μονο που ειχα κρατησει απο εκεινη την ημερα ηταν τα λογια του που μου ψυθηριζε οταν παρακολουθουσε το φορεμα να το παρεσερνει με ορμη το νευρα του νερου.
"Τωρα αρχηζει η ζωη σου μετα το θανατο σου"
Ανοικα τα ματα μου αποτομα επηστρεφοντας την παργματηκοτιτα της στιγμη που βιωνα τωρα.
<<Αλις ποιος σε αλλαξε;>>αυτοματος σηκωσα το βλεμμα μου αντικριζοντας την.
<<Δεν θυμαμαι καθαρα το μονο που ενιωθα ηταν να καιγομαι οταν ενιωθα να συνερχομαι δεν ημουν πια εγω ειχα χασει πια τα παντα γυρω μου εσυ ομως πως εγινες βρικολακας γιατι δεν ζητησες βοηθεια απο την Ροζαλι απο εμενα;>>ο πανικος καλυψε το ουρλιαχτο της που ηταν ετοιμος να βγει απο μεσα της.
<<Ημουν ακομα νεα αν σε εβλεπα θα σκεφτομουνα μονο την διψα μου τωρα->>
<<Γιατι πηγες κανεις κακο στον Τζασπερ μου πως μπορεσες δεν σκεφτηκες ποτε σου οτι->>
<<Αλις ποτε μου δεν ειχα δοκιμασει ανθρωπινο αιμα μοναχα μια φορα απο αυτον που με ειχε αλλαξει δεν τολμουσα να πλησιασω ανθρωπο πιστευοντας οτι ειμαι τερας και ακομα το πιστευω απλως σημερα ενιωσα μεγαλη αναγκη να γευτω να δω αν ειναι δυνατο σαν το αιμα τον ζωων>>το αδυναμο γελιο μου ξεφυγε απο τα χειλη μου.
<<Πινεις αιμα ζωων;>>ρωτησε γεματη αιδια στην φωνη της.
<<Ναι Αλις απο την αρχη την αλλαγης μου>>ενιωσα αμεσως διαφορετικη,ξεχωριστη απο το ειδος μου ειμασταν φτιαγμενη να ρουφανε την ζωη μεσα απο εναν ζωντανο οργανισμο να παιρνουμε αυτο που θελουμε χωρις να σκεφτομαστε τις συνεπιες μας.Εγω παντα πιστευα πως μετα απο την αρχη στην ζωη μου ημουν κατα καποιον τροπο ξεχωτιστη μπορουσα να αισθανομαι τον φοβο που προκαλουσα στο ανθρωπηνο ειδος αλλα και να τους γοητευω.
<<Πως μπορεσες;>>η φωνη της Αλις με ξυπνησε απο την σκεψεις μου.
<<Απλα δεν μπορουσα Αλις>>ανασηκωσα τους ομους μους αδιαφορα.
<<Και για αυτο εχεις το χρυσαφενιο χρωμα στα ματια σου>>αναφωνησε γεματη δυσπιστια.
Ξαφνηκα οι ηχοι και η ανθρωπινη μυρωδια εσχισαν την προσοχη μου απο την Αλις μυρησα φωτιες και ομιλιες απο μακρια.Η Αλις ηταν νεα και η προσοχη της αποσποταν ευκολα.Μπορουσα να ακουσω καθε ψυθηρο απο τους ανθρωπους.
<<Ειναι δυο γυναικες και μια μαλιστα πολυ δυνατη πρωτη φορα βλεπω μια τετια γυναικα η αλλη εχει ενα περιεργο χρωμα στα ματια της ειναι κοκκινα σαν το αιμα>>τον ακουσα να λεει ενας αντρας αισθανομουνα απειλη.
<<Αλις πρεπει να φυγουμε απο εδω τωρα>>της ψυθηρισα.
<<Γιατι τι->>τοτε ειδε το σκοταδη ξαφνηκα να φωτηζεται απο της φωτιες αντανακλοντας τις σκιες τον ανθροπων.Μυρισα το απο μακρια την μυρωδια που λαχταρουσα ο ξερος λαιμο μου καιγοτανε σε σημειο να ξεχασω την λογικη μου και τον κυνδηνο που βρισκομασταν.Η Αλις ειχε μεινη παγωμενη δεν θα συνγκρατιοτανε.
Την αρπαξα το χερι και χωρις να σκεφτω τιποτα αλλο εκτος απο την ασφαλεια της μυστηκοτιτας του ειδους μου εξαφανηστηκαμε απο το στενο περνωντας πανω απο τις σκεπες σαν δυο φαντασματα.
~*~*~*~*~*~*~*~*~*~*~
Το ενστικτο μου με οδηγουσε προς την εξοδο του χωριο οι ανθρωποι δεν ειχαν αντιληφθει την διαφυγη μας απο το στενο.Οι εικονες περασαν σε δευτερολεπτα μεσα απο το μυαλο μου ημουν ετοιμη να ξεπερασω τα ορια του εαυτο μου δεν ημουν εγω αυτη που δηψαγε για αιμα αλλα το τερας που κρατουσα φυλακησμενο μεσα μου για χρονια.
Ακουσα απο διπλα μου την Αλις να τρεχει αφηνοντας το χερη της που κρατουσα.Το τρεξημο της πηγαινε εξισου συνχρονος με το δικο μου ειχαμε τον ιδιο βημα σε καθε κινηση που εκανε ηταν πολυ προσεχτηκι την παρατηρουσα στο σωμα.Ηταν πολυ ευεληκτη σε καθε κινηση της προσεχε παντα δεν αφηνε την αισθηση της ελεθευρη.
Μειωσα το ρυθμο του τρεξηματος οσπου αρχηζα να περπαταω η προσοχη της Αλις ηταν αποσχολημενη στην διαφυγη της.
<<Αλις>>την φωναξα μολις με ακουσε αλλαξε πορεια και σε ενα κλασμα του δευτερολεπτου ηταν μπροστα μου.
<<Μας κυνηυγανε ακομα;>>ειπε κοιζοντας γυρω της.
Η ερωτηση της ηταν πολυ αστεια δεν ηξερα τα πλεονεκτηματα ενος βρικολακα ηταν ακομα νεα.Αρχησα να ξεσπαω σε γελια χωρις το γελιο μου σε συνδιασμο την κουδουνηστι μου φωνη εβγαινε στα μεταλληκος ηχος.
<<Που ειναι το αστειο Μπελλα;>>την ακουσα να λεει.
<<Ειναι οτι οι ανθρωποι δεν καταλαβαινουν οτι ειχαμε ηδη φυγευ προτου καν να μας δουν>>της ειπα με κοπο μεσα απο τα γελια μου.
Ακουσα να ξεφυσαει αυτο η χειρονομια μου θυμησει οταν θυμωνε οταν εκανε κατι αστειο.Σταματησα να γελαω και κοιταξα προς τα βορεια.
<<Εισαι η ιδια η Αλις που ηξερα και πριν πενηντα χρονια>>εβαλα τα χερια μου επανω στους ομους της.Ενιωσα τον πονο μεσα της και μο στο αγγιγμα μου μου.
<<Και ομως δεν θα ξανα νιωσω ανθωρωπινη>>μου ψυθηρισε χαμηλοφωνα.Εσφιξα τα χειλη μου και σχηματηστικαν σε μια λεπτη γραμμη.Ακομα δεν το χωρουσε η συνειδηση πως ενας ανθρωπος που αγαπουσε αποκλειστηκε σε μια ζωη χωρης γυρησμο.Ηταν σαν οι επυθυμιες μου να πραγματοπιουνται ολο αυτο ηταν αδυνατον.
Υψωσα το βλεμμα μου προς τον ουρανο το σκοταδη σιγα σιγα αρχηζε να ξεθωριαζει και οι ηλιαχτηδες του ηλιου αρχηζαν να τρυπανε το μαυρο πεπλο του ουρανου.
<<Ακολουθαμε>>της ψυθηρισα ηθελα να ξεχασει τον πονο που ενιωθε.Με μια κινηση μου με ενα βημα μου αρχηζα παλι να τρεχω μεσα απο τα δεντα οι ηλιαχτηδες του ηλιου ξετρυπωναν απο τα δεντρα.Σιγα σιγα τα δεντρα λιγοστευαν και ειδα στο βαθος το κενο απο πισω μου ακουσα την Αλις να τρεχει με για να με ξεπαρασει.Περασε απο διπλα μου με και εφτασε πρωτη στο βαθος του κενου.
Οι χρυσες ηλιαχτηδες ρηχτηκαν επανω στο προσωπο μου και τα μιρκα ρουμπινι διαμαντιας ελμψαν.Σταματησα λιγο πριν φτασω στο βαθος και τοτε ειδα τον ηλιο να ενφανηζεται απο την θαλασσα κανοντας τα χρωματα να αλλαξουν ριζηκα το απαλο πορτοκαλη ζωγραφηστικε στον ουρανο οι ηλιαχτηδες αμεσως χαθηκαν επανω στην ομορφια της επηδερμηδας μας.
Η Αλις γυρησε και με κοιταξε γεματη αγαπη.
<<Μπελλα ειναι υπεροχο>>μου ψυθηρισε.
<<Ναι πραγματη λιγο πριν ανεβει ο ηλιος παντα απολαμβανω την μαγεια της ζωης>>πηγε να πει κατι αλλα δεν εκλεισε τα χειλη της.
<<Ισως μπορει να ειμαι καταραμενη αλλα εχουμε ακομα ελπηδες Αλις για την ζωη που μας περημενε εκει.Εχουμε η μια την αλλη>>ενιωσα εκεινη την στιγμη μια μικρη ελπηδα να φωλιαζει μεσα στην αψυχη καρδια μου μια ελπηδα που μου ελεγε οτι η ακομα η ζωη δεν εχει αρχησει για εμενα.
Κοιταξα τον ηλιο που χαιδευε το αψυχο σωμα μου.Και ναι ισως να μην ημουν κανενα τερας η ο θανατος που αφαιρει τις ζωες τον ανθροπων.
Ηξερα ποια ημουν πραγματικα ειμαι η Ιζαμπελλα Σουαν και τιποτα δεν θα αλλαζε το τι πραγματικα ειμαι το μονο που ηξερα ειναι ηταν ενα οτι ακομα μπορουσα ελπηζω σε μια ζωη που ηθελα.Τωρα ενιωθα που πραγματηκα ανηκα η θεση μου ηταν στο μερος οπου ταιριαζα καπου οπου μπορουσα να ημουνα ελεθευρη.